Tι θα σήμαινε πριν από 11 χρόνια ένα τέτοιο άρθρο που θα πρόβαλε τη συσχέτιση του κλιματικού κινδύνου και πιστωτικού κινδύνου – ίσως ελάχιστα. Λίγοι θα ασχολούνταν. Η Έλλάδα βίωνε έντονα την περίοδο της οικονομικής ύφεσης και της πιστωτικής κρίσης, με αποτέλεσμα να υποβαθμίσει τη σοβαρότητα του κλιματικού κινδύνου.
Την ίδια περίοδο, οι ηγέτες στον ΟΗΕ εντατικοποιούσαν την εφαρμογή για τις Αρχές Βιώσιμης Ανάπτυξης και παράλληλα εισήγαγαν τις Αρχές της Αειφόρου Ασφάλισης (PSI). Στο πλαίσιο αυτό προβλήθηκε η διάκριση μεταξύ των φυσικών κινδύνων (των κινδύνων που έχουν χρηματοοικονομικό αντίκτυπο λόγω αλλαγής του κλίματος) και των κινδύνων μετάβασης (των κινδύνων που μπορεί να επέλθουν άμεσα ή έμμεσα από τη διαδικασία προσαρμογής σε μία πιο βιώσιμη οικονομία).
Σήμερα το PSI έχει υιοθετηθεί από τους 86 κορυφαίους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς οργανισμούς παγκοσμίως για μία κοινή πολιτική και δράση στην ανάληψη των ασφαλιζόμενων κινδύνων συνολικά. Γιατί άραγε έγινε τόσο επιτακτική η εφαρμογή του PSI.
Τι μεσολάβησε;
Στη διάρκεια των 11 τελευταίων ετών τα αποτελέσματα της κλιματικής αλλαγής έγιναν όλο και πιο έντονα παντού. Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) οι οικονομικές επιπτώσεις από τους κλιματικούς κινδύνους αποτιμώνται από 450 δισ. ευρώ (σε αξίες 2020) – στην Ελλάδα για την περίοδο 1980-2020 η επίπτωση εκτιμάται σε 7,7-10, 4 δισ. ευρώ. Οι ανθρώπινες απώλειες για την ίδια περίοδο σε όλη την Ευρώπη λόγω των κλιματικών κινδύνων, εκτιμώνται από 85.000-145.000.
Στην Ελλάδα, το 2021, οι ανθρώπινες απώλειες ήταν 2.567. Στο παραπάνω διάγραμμα απεικονίζεται η διαχρονική εξέλιξη των καταστροφών από κλιματικούς κινδύνους. Είναι, επίσης, αξιοσημείωτη η αύξηση του αριθμού των φαινομένων ανά δεκαετία στο διάστημα αυτών των 40 ετών (392, 483, 799, 1220). Παρόμοια και το ύψος του Μ.Ο των ζημιών ανά χώρα από 10 δισ. ευρώ (1981-1990) σε 14,7 δισ. ευρώ (2011-2020). Η Ελλάδα στην εκπνοή του 2021 είχε σύνολο ζημιών 10,34 δισ. ευρώ και ασφαλισμένες ζημίες 1,6 δισ. ευρώ (πηγή ΕΕΑ – 31/01/2022).
Στη χώρα μας, οι βασικοί πυλώνες οικονομικής ανάπτυξης, που ήδη επηρεάζονται από την επίπτωση των κλιματικών κινδύνων, είναι ο τουρισμός και η γεωργία και κατ’ επέκταση η βιομηχανία. Στην Έκθεση της ΤτΕ το 2021 για την κλιματική αλλαγή, αναφέρει ότι οι άμεσες συνέπειες εντοπίζονται στην αύξηση της θερμοκρασίας, τη μείωση των βροχοπτώσεων, την άνοδο της στάθμης της θάλασσας και την αύξηση της συχνότητας ακραίων καιρικών φαινομένων.
Στο πλαίσιο αυτό η ΕΚΤ έχει επιβάλει μία σειρά κανόνων που οφείλουν οι εποπτευόμενοι οργανισμοί (τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες) να ακολουθούν. Διενεργεί ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων κλιματικών καταστάσεων, που καταδεικνύουν την αναγκαιότητα εφαρμογής πολιτικών που αφορούν την κλιματική αλλαγή.
Η ύπαρξη πιο ακραίων καταστροφικών κλιματικών φαινομένων συνεπάγεται και την πρόκληση αντίστοιχων οικονομικών απωλειών, που αυξάνουν την πιθανότητα πτώχευσης για τις εταιρείες. Συγκεκριμένα, αναφέρει η Έκθεση το πιο ευάλωτο 10% των τραπεζών μπορεί να δει μία αύξηση κατά 30% στη μέση πιθανή αθέτηση των πιστώσεων που χορηγεί έως το 2050. Παράλληλα, οφείλουν οι τράπεζες στα πλαίσια της διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου που εκτίθενται να λαμβάνουν υπόψιν τους σε σημαντικό βαθμό τους κλιματικούς κινδύνους των πιστούχων τους (άρθ. 79 της Οδηγίας για τις Κεφαλαιακές Απαιτήσεις – CRD).
Παρόμοια, οι ασφαλιστικές εταιρείες, που είναι οι άμεσα εμπλεκόμενες στην κάλυψη των οικονομικών απωλειών από την κλιματική αλλαγή, είναι αναγκασμένες να παραμετροποιήσουν τον κίνδυνο που αναλαμβάνουν, καθιστώντας το κόστος ασφάλισης υψηλότερο σε περιπτώσεις που τα μοντέλα τους το επιβάλλουν. Σε περίπτωση, όμως, που δεν έχει γίνει μέριμνα από τις εταιρείες για την απαραίτητη ασφαλιστική τους κάλυψη, αυτό έχει άμεση συνέπεια στην πιστοληπτική ικανότητά τους, όπως αποτιμάται από την αγορά συνολικά.
Παράλληλα, οι ασφαλιστικές εταιρείες, μέσω της πολιτικής των επενδύσεων που οφείλουν να πραγματοποιούν, επηρεάζουν έμμεσα, αλλά καταλυτικά, την πιστοληπτική ικανότητα των επιχειρήσεων συμπαρασύροντάς τες σε αποφάσεις και δράσεις με τους ανάλογους κινδύνους μετάβασης. Οι επενδυτικές τους αποφάσεις, μέσω του αποθεματικού που διαθέτουν (8,3 δισ. ευρώ στην Ε.Ε – β΄ τρίμηνο 2023), εστιάζονται σε εταιρικούς τίτλους που έχουν μεριμνήσει για την αποτελεσματική διαχείριση των κλιματικών και περιβα-ντολογικών κινδύνων.
Παρόμοια, τα νέα εταιρικά ομόλογα -στα οποία επενδύουν σημαντικά μέρος των αποθεματικών τους οι ασφαλιστικές εταιρείες- η επιτυχής έκδοση και διάθεσή τους στις αγορές, βασίζεται στην αμοιβαία αποδοτικότητα και επίτευξη χρηματοοικονομικών και μη χρηματοοικονομικών (ESG) -συνήθως κλιματικών- στόχων.
Μία νέα μεταβατική εποχή έχει ήδη ξεκινήσει και μας καλεί να την ακολουθήσουμε άμεσα, αλλάζοντας τον τρόπο δράσης και τις πρακτικές μας, με κύριο γνώμονα το τρίπτυχο PPP (People, Planet, Profit).