Η ασφάλιση των επιχειρήσεων και η διασφάλιση της περιουσίας τους και κυρίως η στήριξή τους για να συνεχίσουν τη λειτουργία τους μετά από κάθε απρόοπτο συμβάν, είναι ένα πολύπλευρο θέμα για το οποίο υπάρχει επιτακτική ανάγκη να προσεγγιστεί αποτελεσματικά και να δοθούν λύσεις.
Ειδικά σήμερα, με όλα όσα συμβαίνουν κυρίως στην οικονομία και το περιβάλλον, η δημιουργία μιας «ομπρέλας προστασίας» της επιχειρηματικότητας μέσω της ασφάλισης, είναι μονόδρομος.
Σε αυτό συνηγορούν η ραγδαία εξέλιξη της αγοράς, η τεχνολογική επανάσταση που συντελείται σε όλα τα επίπεδα, και η ευρύτατη επιχειρηματική ανάπτυξη. Όλοι οι παραπάνω παράγοντες έχουν φέρει μεγάλες αλλαγές, νέες συνθήκες, πολλαπλάσια απρόοπτα στην επιχειρηματική καθημερινότητα, οπότε καθιστούν την προστασία των επιχειρήσεων ως αναμφισβήτητη προτεραιότητα.
Πλέον η ασφάλιση ανάγεται σε καίρια επιλογή η οποία αποτελεί ευθύνη, δείχνει συνέπεια, και συνιστά δείγμα προόδου.
Αυτό είναι και το μήνυμα που στέλνω στην επιχειρηματικότητα: να κατανοήσουν οι επιχειρηματίες κάθε μεγέθους ότι ασφάλιση και οικονομική ανάπτυξη συμπορεύονται, οπότε να μεριμνήσουν να «θωρακίσουν» τη λειτουργία τους.
Πρέπει να διευκρινίσουμε βέβαια ότι η διασφάλιση της λειτουργίας της επιχειρηματικότητας δεν αφορά μόνον τους επιχειρηματίες. Αφορά και την Πολιτεία η οποία -χρόνια τώρα- κλείνει τα μάτια μπροστά στην βεβαιωμένη δυσχέρειά της να ανταποκριθεί σε αποζημιώσεις όπου μαζικά επιχειρήσεις υπόκεινται σε καταστροφικές ζημιές. Τέτοιου είδους καταστάσεις έχουμε δει πολλές φορές έως σήμερα, μετά από πυρκαγιές, πλημμύρες και άλλα φυσικά φαινόμενα.
Είναι ώρα λοιπόν να ληφθούν οι δέουσες αποφάσεις που τόσα χρόνια καθυστερούν και να δημιουργηθούν θεμέλια για ένα καλύτερο επιχειρηματικό αύριο.
Αυτό που ισχύει σήμερα στην Ελλάδα σχετικά με την ασφάλιση των επιχειρήσεων, μπορεί να περιγράφει με μία φράση: Υστέρηση και έλλειμμα έναντι της άλλης Ευρώπης. Το έλλειμμα το εντοπίσαμε μέσα και από σχετική του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών. Ανασφάλιστες περιπτώσεις ή υποασφαλισμένες παίζουν «κορώνα- γράμματα» με τον κίνδυνο και ρισκάρουν καθημερινά για την συνέχιση της δραστηριότητάς τους.
Την ίδια ώρα το Κράτος αρνείται -χωρίς λόγο- να προχωρήσει σε αποφάσεις και να αναπτύξει συνεργασία με την ασφαλιστική αγορά, ώστε να παρέχει την κάλυψη που έχει ανάγκη η επιχειρηματικότητα, διασφαλίζοντας έτσι και την σταθερότητα στην αγορά και την οικονομία. Και ταυτόχρονα να απαλλαγεί από την απόλυτη ευθύνη που έχει σήμερα για την καταβολή των όποιων αποζημιώσεων. Ειδικά τη στιγμή που δεν έχει την ευρωστία, την αντοχή, την ικανότητα.
Ως άνθρωποι της αγοράς πασχίζουμε χρόνια για να κατανοηθεί αυτό το απλό στην βάση του επιχείρημα. Δηλαδή ότι προστατεύοντας-ασφαλίζοντας- τη βιωσιμότητα και την απρόσκοπτη λειτουργία της επιχειρηματικότητας, μόνο κέρδη μπορούμε να έχουμε. Και ως οικονομία και ως κοινωνία.
Προσωπικά, μέσα από τον θεσμικό μου ρόλο ως Πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, έχω ξεκινήσει εδώ και χρόνια την προσπάθεια ενημέρωσης των κυβερνητικά αρμοδίων και συνεχίζω εξηγώντας ότι με την υποχρεωτικότητα της ασφάλισης και με την συνεργασία κράτους και ιδιωτών επάνω σε αυτόν τον τομέα αλλά και με την παροχή φορολογικών κινήτρων ή άλλων μέτρων, θα μπορέσουμε ως χώρα να κάνουμε ένα σημαντικό βήμα με θετικό πρόσημο για όλους.
Να επισημάνω ότι η φοροαπαλλαγή των ασφαλίστρων είναι μια απόφαση που συμφέρει και το κράτος και τους πολίτες. Ίσχυε στο παρελθόν, οπότε εύκολα μπορεί να επανεφαρμοστεί ως μέτρο. Η παροχή φοροαπαλλαγών θα μπορούσε να επανέλθει εκκινώντας από τις επιχειρηματικές ασφαλίσεις.
Η υποχρεωτικότητα είναι μια επιλογή που δε θα πρέπει να φοβίζει τους αρμοδίους. Στις άλλες χώρες της Ε.Ε. υπάρχουν δεκάδες υποχρεωτικές ασφαλίσεις, οπότε και εξηγείται γιατί καταγράφεται υψηλότερο ποσοστό ασφάλισης και αναλογία στο κάθε εθνικό ΑΕΠ. Ό,τι ισχύει εκτός συνόρων σε επίπεδο υποχρεωτικών ασφαλίσεων, πιστεύω ότι θα πρέπει να ισχύει και εδώ. Έτσι εξηγείται και γιατί δεν αυξάνεται το ποσοστό της ιδιωτικής ασφάλισης στο ΑΕΠ. Γι΄ αυτό και στις άλλες χώρες είναι υψηλότερο ενώ και ο μέσος όρος της Ε.Ε. επίσης πολλαπλάσιος λόγω των υποχρεωτικών ασφαλίσεων.
Είναι κάτι έχουμε βάλει στο τραπέζι του διαλόγου με την Πολιτεία, ζητώντας να μεριμνήσει για την σύγκλισή μας με τα ευρωπαϊκά ισχύοντα. Είναι ευδιάκριτο πλέον σε όλους πως οι οικονομίες και οι κοινωνίες περνούν σε νέα εποχή.
Η σύγχρονη επιχειρηματικότητα οφείλει για τη συμμετοχή της στο νέο οικονομικό γίγνεσθαι, να ενσωματώσει την «κουλτούρα» ασφάλισης στην καθημερινότητά της.
Ευελπιστώ ότι η νέα αντίληψη για την ασφάλιση θα επικρατήσει σύντομα και πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτήν πρέπει να έχουν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές.
Οι επαγγελματίες ασφαλιστές, με την εξειδίκευσή τους και την υψηλή κατάρτισή τους, μπορούν να σταθούν κοντά στην επιχειρηματικότητα, να την συμβουλεύσουν, να την στηρίξουν στην επιλογή της σωστής ασφάλισης.
Η Ελλάδα έχει προχωρήσει, βρίσκεται σε δυναμική τροχιά και άλλων εξελίξεων και είναι η κατάλληλη ώρα που η επιχειρηματικότητα μπορεί να προχωρήσει σε ένα καλύτερο, πιο σύγχρονο και πιο δομημένο επίπεδο.
Μπορεί να γυρίσει σελίδα, να δημιουργήσει νέες υποδομές, να αξιοποιήσει «εργαλεία» και παροχές (μεταξύ αυτών και η ασφάλισή της) και να συντελέσει στην άφιξη καλύτερων ημερών.
Προϋπόθεση, όπως αρχικώς επεσήμανα, η ενεργοποίηση του κράτους προς την ευρωπαϊκή κατεύθυνση. Με επιλογές που θα αξιοποιήσουν την ιδιωτική ασφάλιση και θα διευκολύνουν τον κομβικό της ρόλο στην εξέλιξη και των επιχειρήσεων και της οικονομίας και της κοινωνίας.