Άρθρο του κ. Πλάτωνα Τσούλου, που δημοσιεύτηκε στο Broker’s Time 55*
*Ο κ. Τσούλος είναι Σύμβουλος Επικοινωνίας του ΣΕΜΑ
Η κατάρτιση ενός άτυπου «οδικού χάρτη» για τον ακριβή προσδιορισμό των βημάτων που θα πρέπει να ακολουθήσει η ασφαλιστική αγορά ώστε να προσεγγίσει ουσιαστικότερα τον Έλληνα πολίτη-καταναλωτή αποτελεί μία δύσκολη άσκηση.
Τα εναλλακτικά μονοπάτια φαίνονται πολλά, παρά το γεγονός ότι η απόσταση που χωρίζει τον κλάδο από την κοινωνία φαντάζει μικρή. Η ιδιωτική ασφάλιση, αν και καταγράφει υψηλή διείσδυση στα νοικοκυριά, έχει ανάγκη από μια ισχυρότερη ώθηση, ώστε να «φύγει μπροστά», διαδραματίζοντας κεντρικότερο ρόλο στην αντιμετώπιση καίριων κοινωνικών και οικονομικών ζητημάτων που ταλανίζουν επί δεκαετίες τη χώρα.
Ο επηρεασμός της μάζας δεν αποτελεί εύκολη υπόθεση. Πέραν του ότι απαιτεί «έξυπνο» σχεδιασμό, όπως και μακροπρόθεσμη στρατηγική, προϋποθέτει και τους σωστούς ελιγμούς της αγοράς έναντι της Πολιτείας.
Πώς θα μπορούσε όμως να επηρεάσει η ασφαλιστική αγορά την κοινωνία ώστε να τη φέρει πιο κοντά της; Η λύση δείχνει απλή στη σύλληψη, αλλά σύνθετη στην εκτέλεση, και δεν είναι άλλη από την επένδυση στην «ασφαλιστική συνείδηση», σε μια έννοια γενική, που δεν φέρει εμφανή όρια, που δεν έχει αρχή, μέση και τέλος. Η ασφαλιστική συνείδηση δομείται, διαμορφώνεται, πλάθεται με τον χρόνο.
Στο υποτιθέμενο σενάριο ότι ο κλάδος θα επεδίωκε την κατάρτιση ενός θεωρητικού “business plan”, ώστε να καλλιεργήσει ισχυρή ασφαλιστική συνείδηση στην κοινωνία, τι θα έπρεπε να πράξει; Καταρχάς θα έπρεπε να κοιτάξει μακριά στο μέλλον και να εμπλέξει στο σχέδιό του την Πολιτεία, τους συναρμόδιους φορείς, τους ακαδημαϊκούς, τα ίδια τα στελέχη της αγοράς, όπως και τους φορείς της παιδείας, διότι αν θέλει να επενδύσει στο μέλλον, θα πρέπει πρώτα να «πλάσει» τη συνείδηση των νέων, και όχι των γεροντότερων.
Είναι αδιανόητο η έννοια της ιδιωτικής ασφάλισης να μην περνά, σήμερα, μέσα από την εκπαίδευση, μέσα από τα σχολεία. Είναι αδιανόητο η αγορά να μη δίνει αφορμές ώστε έννοιες όπως ασφαλιστική κάλυψη, προσωπική ασφάλεια, σιγουριά, ηρεμία, σταθερότητα, να μην αποτελούν συχνές αφορμές για γόνιμους διαλόγους στις αίθουσες μεταξύ μαθητών και εκπαιδευτικών, αλλά και στο σπίτι μεταξύ γονιών και παιδιών.
Αλήθεια, πόσα παιδιά γνωρίζουν τι πραγματικά σημαίνει ιδιωτική ασφάλιση; Πόσα ονειρεύονται, εκτός από δικηγόροι, ιατροί ή μηχανικοί, να γίνουν ασφαλιστές; Η απάντηση, βεβαίως, είναι… πικρή.
Ας δούμε, λοιπόν, ποια είναι τα πραγματικά περιθώρια της ασφαλιστικής αγοράς για να έρθει πιο κοντά στην κοινωνία, βελτιώνοντας τη σχέση της με τους πολίτες:
Ως πρώτο βήμα, ο κλάδος καλείται να κτίσει από μηδενική βάση την επικοινωνία του με τις νέες γενιές, με όσους δηλαδή διαθέτουν ανοιχτό πνεύμα, υγιή όνειρα, ανατρεπτικά σχέδια, φρέσκες απόψεις, πρωτότυπες ιδέες. Τους νέους οφείλει να πείσει η αγορά για τις θέσεις της και, κυρίως, να τους «διδάξει» τι πραγματικά σημαίνει Δημόσιο, ώστε να τους γίνει βίωμα ότι ο ρόλος του στην κοινωνία είναι επικουρικός, ότι με τις δομές του στηρίζει, συμπληρώνει, υποβοηθά, ότι δεν προσφέρει το 100% της λύσης, δεν αναλαμβάνει το 100% του προβλήματος και, μιλώντας για την ιδιωτική ασφάλιση, ότι δεν καλύπτει το 100% του ρίσκου στις συντάξεις, την υγεία, όπως και στις φυσικές καταστροφές.
Το «μάθημα» στους νέους δεν αποτελεί εύκολη υπόθεση. Ο κλάδος, εφόσον αναλάβει ρόλο «διδασκάλου», θα κληθεί να ακυρώσει στερεότυπα δεκαετιών, να συμβάλει στη διαμόρφωση μιας περισσότερο ευρωπαϊκής κουλτούρας στους νέους, στις γενιές που θα αποκτήσουν την ευθύνη της παραγωγής στις επόμενες δεκαετίες. Με απλά λόγια, θα κληθεί να πάει κόντρα στο σύστημα, σε ένα σύστημα στο οποίο η διδασκαλία είναι δημόσια. Θα κληθεί επίσης να δώσει τη μάχη του και σε άλλα πεδία.
Να «πείσει», για παράδειγμα -πρώτα με πολιτικούς και μετά με οικονομικούς όρους-, την Πολιτεία (βλέπε την εκάστοτε κυβέρνηση) ότι η ιδιωτική ασφάλιση είναι μέρος της λύσης και όχι το πρόβλημα. Να φέρει με το μέρος του τα συνδικάτα, διότι πώς θα πείσει τους εργαζομένους αν πρώτα δεν κερδίσει στα… σημεία τούς εκπροσώπους τους;
Να αφήσει πίσω του κάθε σκιά που φέρνει στο προσκήνιο τα «φαντάσματα» της «Ασπίς Πρόνοια», και, φυσικά, να δώσει άμεση λύση στο πρόβλημα των ασφαλισμένων του ομίλου, ώστε ο εφιάλτης των εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών να περάσει στην ιστορία.
Να «αποκλείσει» από την επικαιρότητα κάθε αρνητική είδηση (βλέπε ανακλήσεις αδειών λειτουργίας ασφαλιστικών επιχειρήσεων).
Να διασφαλίσει ότι τα μηνύματα που θα περνούν διά του Τύπου θα είναι μόνο θετικά, ότι θα εκπέμπονται με καταιγιστικό ρυθμό, θα έχουν πολλούς αποδέκτες, συνέπεια και συνέχεια και έναν και μόνο στόχο: το πώς θα κτιστεί καλύτερα το οικοδόμημα της ασφαλιστικής συνείδησης.
Να διαμορφώσει μια ομάδα κρούσης σε επιτελικό επίπεδο που θα αναλάβει την ευθύνη χάραξης στρατηγικής, θα συντονίσει όλους τους εμπλεκομένους, θα καθοδηγήσει την αγορά.
Κι αν όλα πάνε καλά, αν ο στόχος επιτευχθεί, τα υπόλοιπα θα έρθουν μόνα τους.
Πρώτη απ’ όλους θα… έρθει η κυβέρνηση, κάνοντας γνωστή στην ασφαλιστική αγορά την πρόθεσή της να ικανοποιήσει το κοινό αίσθημα. Μόνο που αυτήν τη φορά η κυβερνητική θέση θα είναι σαφώς διαφοροποιημένη, διότι οι συνθήκες θα είναι διαφορετικές, η ίδια η κοινωνία θα έχει διαφοροποιηθεί. Η κυβέρνηση θα είναι αυτή που θα ζητήσει τη βοήθεια της αγοράς ώστε να λυθούν μια σειρά από χρόνια ζητήματα, όπως η οργάνωση ενός βιώσιμου συνταξιοδοτικού συστήματος, που θα προσφέρει ικανοποιητικές αλλά και δίκαιες αποδοχές ή η διαμόρφωση δημόσιων δομών για την παροχή υπηρεσιών υγείας που δεν θα προσβάλλουν τον πολίτη.
Ο στόχος σήμερα δείχνει να βρίσκεται μακριά, αν όμως η ασφαλιστική αγορά «γρασάρει» όλα τα «γρανάζια» της καλά και τα βάλει να γυρίσουν για τις ανάγκες ενός καλοκουρδισμένου μηχανισμού και «αποβάλει» από τις τάξεις της, ή έστω περιθωριοποιήσει, όσους αντιδρούν προσβλέποντας στο πρόσκαιρο, είναι βέβαιο ότι η «μαγιά» για το μέλλον, που δεν είναι άλλη από την ασφαλιστική συνείδηση, θα βρεθεί, και τότε όλα -ως διά μαγείας- θα γίνουν εύκολα.
Μια απόφαση απομένει «για να πάρει μπροστά» η αγορά. Το θέμα είναι ποιος θα τη λάβει, πόσοι θα ακολουθήσουν, πόσο πιστοί θα παραμείνουν στον στόχο τους και πόση υπομονή και επιμονή θα επιδείξουν.
Το σίγουρο είναι ένα: ότι αξίζει!