Είναι γνωστό το θέμα που έχει προκύψει με την ασφάλιση των οικοδομών έναντι φυσικών καταστροφών, μετά την πρόσφατη θέσπιση νόμου που ορίζει ως υποχρεωτική την ασφάλιση καινούργιων κτιρίων από το 2025 και εντεύθεν. Επίσης είναι γνωστό πόσο προβληματική είναι η εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής καθότι ορίζει ότι φορά τις «επικίνδυνες» περιοχές.
Δεν μπορεί όμως να ζητάς παροχή ασφάλισης (και μάλιστα από τον ιδιωτικό τομέα) μόνο σε περιοχές που εξ ορισμού «απειλούνται» ιδιαιτέρως από τα φυσικά φαινόμενα αυτά.. Θα ήταν σαν να μην ζητούσαμε να ασφαλιστεί η «πιθανότητα επέλευσης του κινδύνου» αλλά η επαπειλούμενη σχεδόν «βεβαιότητα»… Κάτι τέτοιο συνιστά βεβαίως «αντ’-επιλογή» εις βάρος του ασφαλιστή, οπότε η αγορά δεν θα είναι σε θέση να παράσχει την κάλυψη (σε επαρκή έκταση κάλυψης και με προσιτό κόστος) καθώς δεν θα ίσχυε η «Αρχή» της «διασποράς του κινδύνου».
Μέχρι να λυθεί όμως όλο το θέμα που έχει ανακύψει από την σχετική «άγνοια» του νομοθέτη περί τα ασφαλιστικά, προφανώς με συμπληρωματική νομοθεσία, ας εξετάσουμε τις ιδιαιτερότητες τόσο των κινδύνων που αντιμετωπίζουμε (και για τους οποίους θέλουμε / πρέπει να ασφαλιστούμε) όσο και των ασφαλισμένων αντικειμένων που θέλουμε να προστατέψουμε (τις οικοδομές και το περιεχόμενό τους).
Ας έρθουμε πρώτα στους κινδύνους τους ίδιους:
Α) Κλιματολογικοί κίνδυνοι (μεταβαλλόμενοι σε ένταση και πιθανότητα επέλευσης) καθώς αλλάζει σταδιακά το κλίμα των περιοχών):
Διαβάζουμε στις συνεχείς μελέτες που γίνονται από τους επιστήμονες ότι:
- Η Νότια Ευρώπη θα πρέπει να προετοιμαστεί για θερμότερα καλοκαίρια, άρα συχνότερες ξηρασίες οπότε και αυξημένο κίνδυνο δασικών πυρκαγιών.
- Στη Βόρεια Ευρώπη, οι ετήσιες ατμοσφαιρικές κατακρημνίσεις και οι έντονες θυελλώδεις βροχοπτώσεις θα αυξηθούν.
- Η Κεντρική Ευρώπη θα αντιμετωπίσει χαμηλότερες θερινές βροχοπτώσεις, αλλά και συχνότερα και ισχυρότερα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως έντονες βροχοπτώσεις, υπερχείλιση ποταμών, ξηρασία και κίνδυνους δασικών πυρκαγιών.
- Παρατηρείται επίσης αύξηση της θερμοκρασίας στην επιφάνεια της θάλασσας, των θαλάσσιων καυσώνων και της οξύτητας των υδάτων σε όλες τις ευρωπαϊκές περιφερειακές θάλασσες. Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας επιταχύνεται σε όλες τις ευρωπαϊκές ακτές, με εξαίρεση τη Βόρεια Βαλτική Θάλασσα.
Ως εξ αυτού, οι ασφαλιστικοί κίνδυνοι «Κυκλώνα / Τυφώνα» (= μετακίνηση αερίων μαζών με επακόλουθη βροχή με ισχυρότατο αέρα) αλλά και πιο συχνά «Πλημμύρας» (= ξαφνική ανύψωση της φυσιολογικής στάθμης των υδάτινων όγκων ποταμών, θαλάσσης κλπ.), «Θύελλας» (= ταχύτητες ανέμου πάνω από το όριο συγκεκριμένης έντασης), «Καταιγίδας» (= βροχή πάνω από ορισμένο ύψος σε mm ανά χρονική μονάδα με/χωρίς δυνατό αέρα ταυτόχρονα), «βροχής» (που συνεπάγεται διαβροχή / εισροή από ανοίγματα κλειστών χώρων), «χαλάζι» (= ζημίες από έντονη / ξαφνική χαλαζόπτωση), «χιονιού» (ζημιές από συσσώρευση βάρους χιονόπτωσης) κλπ. είναι πιθανόν να επέλθουν και ΣΥΧΝΟΤΕΡΑ και με μεγαλύτερη ΕΝΤΑΣΗ ανά φαινόμενο. Το ίδιο ισχύει για την «πυρκαγιά από δάσος» που απειλεί τις αντίστοιχες οικοδομές που είναι σε εγγύτητα.
Βλέπουμε ότι ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτών των κινδύνων είναι το ότι επέρχονται βάσει εποχής τυχαία μεν αλλά αναμενόμενα κάθε χρόνο, αλλά (ευτυχώς) μπορεί να υπάρξει έστω πρόβλεψη λίγων ωρών/ημερών για την πορεία και τον τόπο που θα πλήξουν. Μπορεί επίσης η κοινωνία να προετοιμαστεί με κατάλληλες προβλέψεις και προφυλάξεις. Όταν όμως οι κίνδυνοι επέλθουν με ένταση και συχνότητα μεγαλύτερη από τις προβλέψεις/προδιαγραφές να πλήξουν «τοπικά» σχετικά μεγάλες περιοχές μαζικά.
Β. Γεωλογικοί κίνδυνοι (σχετίζονται με το φυσικό υπέδαφος και την φυσιολογία του πλανήτη) και ποικίλει η επικινδυνότητα επέλευσης βάσει γεωγραφικής περιοχής.
Η συχνότητα που παρατηρούνται είναι πολύ μικρή, αν μιλάμε για φαινόμενα που θα ξεπεράσουν τις προδιαγραφές κατασκευών.
Μιλάμε για «σεισμούς» (= ζημιές από την δόνηση/μετακίνηση του εδάφους αλλά και την τυχόν επακόλουθη πυρκαγιά λόγω του τύπου των περιεχομένων των κτιρίων) ή και για ζημιές από επακόλουθο «tsunami / παλιρροιακό κύμα» εξαιτίας σεισμικής δόνησης σε παράκτιες ή υποθαλάσσιες περιοχές, καθώς και για επακόλουθες «καθιζήσεις» εδάφους (που όμως, οι τελευταίες μπορεί να προκύψουν από παρατεταμένη ..ξηρασία – οπότε είναι από κλιματολογική και όχι γεωλογική αιτία). Αντιστοίχως, η «έκρηξη ηφαιστείου» ανάλογα την ένταση και την διάρκεια της έκρηξης έχει πολλαπλές επιπτώσεις, είτε άμεσες (από την στάχτη και την λάβα) είτε έμμεσες (από τον καπνό/αέρια).
Εμπειρικά παρατηρείται ότι κάποιες περιοχές είναι πιο «επικίνδυνες» από άλλες (σεισμογενείς περιοχές) ανάλογα και το υπέδαφος της περιοχής (συμπαγές / σαθρό, που επηρεάζει την στατικότητα των κατασκευών).
Βλέπουμε ότι όλα τα ακίνητα απειλούνται, τόσο οι ιδιωτικές κατοικίες (παλαιές και νέες, χαμηλές και ψηλές) όσο και τα πολυποίκιλα επαγγελματικά ακίνητα που υποστηρίζουν την ιδιωτική ζωή ή τα αντίστοιχα που στεγάζουν κοινόχρηστες ή κοινωφελείς (υπο)δομές και υπηρεσίες.
Όσο πιο ευάλωτο είναι το κάθε ακίνητο στον κάθε κίνδυνο (που μπορεί να επιβαρύνεται από την συγκεκριμένου είδους χρήση του), όσο πιο τυπικά ή όχι -βάσει των κανονισμών κατασκευών- έχε κατασκευαστεί, όσο πιο ασυλλόγιστα ή αυθαίρετα και χωρίς προγραμματισμό ή πρόβλεψη έχει επέμβει ο άνθρωπος στον οικιστικό ιστό, τόσο μεγαλώνει ή ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος των επιπτώσεων από την επέλευση κάποιου φυσικού κινδύνου/φαινομένου.
Ο «φυσικός κίνδυνος», η θεομηνία ή ο σεισμός πχ είναι «σίγουρο» μεν ότι θα επέλθει «κάποτε», με αβεβαιότητα όμως ως προς την ένταση του περιστατικού / φαινομένου και ως προς την συχνότητα (το πότε και επίσης το κάθε πότε).
Μόνη ασφαλής διέξοδος-λύση / πρoφύλαξη και χρηματοδότηση των επιπτώσεων είναι η «μεταφορά του κινδύνου». Η ασφάλισή του. Άρα, η προ-χρηματοδότησή των επιπτώσεων. Μέσω της καταβολής του ετησίου ασφαλίστρου, επί πολλά χρόνια (όταν μιλάμε για γεωλογικούς κινδύνους) ή και κάθε χρόνο (όταν μιλάμε για κλιματολογικούς κινδύνους). Και τούτο να γίνεται σε ευρεία κλίμακα προκειμένου το κόστος να επιμερίζεται σε περισσοτέρους. Εξ ού και η όλη συζήτηση στο κοινωνικό πεδίο για «υποχρεωτικότητα» της ασφάλισης. Που δεν θα ήταν αναγκαία, αν ο άνθρωπος δεν ξεχνούσε τόσο εύκολα τις «συμφορές» που τον πλήττουν.
Οι ασφαλιστικοί σύμβουλοι έχουν πολλή δουλειά να κάνουν προκειμένου να υπενθυμίζουν και να πείσουν τους πελάτες τους για την αναγκαιότητα (σαν σταθερή ετήσια προϋπολογισμένη δαπάνη) να δημιουργείται πρόβλεψη για την συμφορά κι όχι την «άβουλη» εναπόθεση των ελπίδων …στο κράτος!