Το δόγµα της “απόλυτης καλής πίστης” (utmost good faith), γνωστό και από την λατινική του ονοµασία “uberrimae fidei”, αποτελεί την προϋπόθεση που υποχρεώνει νόµιµα όλα τα συµβαλλόµενα µέλη σε µία σύµβαση να ενεργούν έντιµα και να µην παραπλανούν ή παρακρατούν κρίσιµες πληροφορίες µεταξύ τους. Εφαρµόζεται σε πλήθος οικονοµικών συναλλαγών και αποτελεί το πλέον θεµελιώδες δόγµα στην Ασφάλιση.
Το δόγμα της “απόλυτης καλής πίστης” απαιτεί από όλα τα συμβαλλόμενα μέρη να αποκαλύπτουν οποιαδήποτε πληροφορία που θα μπορούσε πιθανόν να επηρεάσει την απόφασή τους να καταλήξουν σε μία συμφωνία μεταξύ τους. Στην περίπτωση της Ασφαλιστικής Αγοράς, αυτό σημαίνει ότι ο Αντιπρόσωπος πρέπει να αποκαλύψει κρίσιμες λεπτομέρειες αναφορικά με το Συμβόλαιο και τους όρους του.
Οι αιτούντες, εν τω μεταξύ, έχουν τη νομική υποχρέωση να παρουσιάσουν όλα εκείνα τα απαραίτητα και γνωστά σε αυτούς στοιχεία του κινδύνου, ακριβείς λεπτομέρειες των οποιοδήποτε προς ασφάλιση αντικειμένων και εάν οι Ασφαλιστές αρνήθηκαν κατά το παρελθόν να παρέχουν την ασφαλιστική τους κάλυψη. Οι πληροφορίες αυτές θα ληφθούν υπόψιν από τους Ασφαλιστές προκειμένου να αποφασίσουν κατά πόσον θα αναλάβουν την κάλυψη του αιτούντος και θα ορίσουν το ύψος του κόστους της.
Το δόγμα της “απόλυτης καλής πίστης” παρέχει μία γενική εξασφάλιση ότι τα εμπλεκόμενα μέλη σε μία συναλλαγή είναι αληθή και ενεργούν ηθικά. Η ηθική συναλλαγή περιλαμβάνει τη διαβεβαίωση ότι όλες οι σχετικές πληροφορίες είναι διαθέσιμες σε αμφότερα τα μέλη κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων ή όταν ορίζονται οι αξίες / ποσά.
Ο ορισμός του Utmost good faith, κατά το Ασφαλιστικό Ερμηνευτικό Λεξικό του Γ. Χριστοφίδη είναι ο ακόλουθος: Απόλυτη καλή πίστη. Το καθήκον που έχουν και τα δύο μέλη σε μία ασφαλιστική σύμβαση για πλήρη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων. Επί τη βάσει των προλεχθέντων, και για να γίνει περισσότερο κατανοητό το πόσο σημαντικό είναι το δόγμα “της απόλυτης καλής πίστης” στην πράξη, σας παραθέτω το ακόλουθο παράδειγμα εφαρμογής του.
Έστω μία Ασφαλιστική Εταιρεία η οποία, μην έχοντας εισπράξει εντός του χρόνου που προβλέπεται από τον νόμο τα ασφάλιστρα, ακυρώσει μία ασφαλιστική κάλυψη Ζωής μαζί με προέκταση Ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Εντούτοις, εκ των υστέρων αποδεικνύεται ότι ο πελάτης της είχε πράγματι κάνει εμπρόθεσμα το έμβασμα των οφειλόμενων ασφαλίστρων στην τράπεζα της εν λόγω Ασφαλιστικής Εταιρείας αλλά εκ παραδρομής με λανθασμένο κωδικό πληρωμής, με αποτέλεσμα αυτά να μην καταχωρηθούν αλλά αντιθέτως να επιστραφούν και στη συνέχεια να ακυρωθεί το σχετικό συμβόλαιο λόγω μη εγκαίρου πληρωμής των ασφαλίστρων!
Στην προκειμένη περίπτωση, η Ασφαλιστική Εταιρεία οφείλει να επαναφέρει εν ισχύει την ακυρωθείσα ασφαλιστική κάλυψη διότι βασιζόμενη στην απόλυτη καλή πίστη που τη διέπει, αναγνωρίζει ότι ο πελάτης είχε την καλή πρόθεση να πληρώσει και είχε πράγματι εμβάσει εμπροθέσμως τα ασφάλιστρα αλλά το “σύστημα” τα επέστρεψε / αντιλόγησε για καθαρά τυπικούς λόγους και όχι ουσίας!